Σύμφωνα με την έρευνα του Πανεπιστημίου Αιγαίου.
Γράφουν οι: Κωνσταντίνος Σοφούλης, Αντώνης Σκουλούδης, Κωνσταντίνος Ευαγγελινός.
Τις τελευταίες δύο δεκαετίες το εννοιολογικό πλαίσιο της Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης (ΕΚΕ) έχει λάβει εξέχουσα σημασία στους κόλπους της ακαδημαϊκής κοινότητας, της επιχειρηματικής ατζέντας αλλά και στο σχεδιασμό δημόσιας πολιτικής.
Η έννοια της ΕΚΕ έχει ανανεώσει τη θεώρηση της επιχειρηματικής συμπεριφοράς, με άξονα τη διαρκή δέσμευση του οργανισμού να λειτουργεί κερδοφόρα στο πλαίσιο της γενικής ηθικής, αποδίδοντας τόσο στην οικονομική μεγέθυνση όσο και στη βελτίωση της ποιότητας ζωής του κοινωνικού συνόλου εντός του οποίου δραστηριοποιείται και αναπτύσσεται.
Η αναπτυσσόμενη αυτή νεωτερική τάση ισοδυναμεί με μια κοινωνική επανάσταση εν εξελίξει. Από την επιχείρηση αποκλειστικά «μεγιστοποιό» του κέρδους ως δείκτη οικονομικής αποτελεσματικότητας, βαδίζουμε σε μια υπέρβαση της μονοσήμαντης ηθικής της αγοράς και προς μια σύγκλιση προς τη γενική ηθική που οι κοινωνίες μας αποδέχονται ως κανόνα πολιτισμού.
Οι εκθέσεις ΕΚΕ έχουν αναδειχθεί πλέον όχι μόνο σε ένα δυνητικά αποτελεσματικό μέσο ενημέρωσης του συνόλου των ενδιαφερόμενων μερών μιας επιχείρησης αναφορικά με την περιεκτική αποτύπωση του οράματος και των δράσεων που υλοποιεί μια επιχείρηση στο πλαίσιο της ΕΚΕ, αλλά και σε ένα είδος λογοδοσίας προς την κοινωνία για να την πείσει ότι εξυπηρετεί τα ίδια με αυτήν ηθικά προτάγματα.
Σε αυτό το πλαίσιο, το Εργαστήριο Επιχειρησιακής Περιβαλλοντικής Πολιτικής και Διαχείρισης (ΕΕΠΠΔ) του Πανεπιστημίου Αιγαίου αξιολογεί από το 2005 την πληρότητα των απολογισμών ΕΚΕ που δημοσιεύουν οργανισμοί και επιχειρήσεις στην Ελλάδα. Αν και η μεθοδολογία αξιολόγησης έχει αναθεωρηθεί τρεις φορές, συμβαδίζοντας με τις τρέχουσες τάσεις και βέλτιστες πρακτικές, σημαντικά στοιχεία μπορούν να επισημανθούν μέσα σε αυτό το διάστημα για την ελληνική περίπτωση.
Από 16 απολογισμούς που συμπεριλήφθηκαν στη μελέτη του 2005, οι ελληνικές επιχειρήσεις που δημοσιεύουν σε τακτική βάση απολογισμό ΕΚΕ πλέον έχουν υπερδιπλασιαστεί. Ομοίως, ο αριθμός των σελίδων των εκθέσεων (ως ποσοτική ένδειξη των πληροφοριών που διαθέτουν στον αναγνώστη) έχει αυξηθεί σημαντικά: από 40 περίπου σελίδες κατά μέσο όρο, σε απολογισμούς άνω των 60 σελίδων. Παράλληλα, ενώ η υιοθέτηση και εφαρμογή διεθνών αρχών και προτύπων ΕΚΕ στους απολογισμούς περιοριζόταν το 2005 σε λιγότερες από το 40% του δείγματος, πλέον οι επιχειρήσεις που χρησιμοποιούν έστω ένα από αυτά (GRI, Global Compact COP, AA1000, ISO26000) αγγίζει το 85%. Ο αριθμός των δεικτών επίδοσης έχει επίσης αυξηθεί αξιοσημείωτα και από τους περίπου 10 δείκτες (ποσοτικούς ή/και ποιοτικούς) που περιέχονταν στους πρώτους απολογισμούς, οι επιχειρήσεις καταρτίζουν και παραθέτουν σχεδόν τους διπλάσιους. Μάλιστα, είναι θετικό ότι τα τελευταία δυο χρόνια σημαντικά βήματα έχουν γίνει στο πεδίο της ουσιαστικότητας των πληροφοριών που δημοσιεύονται στους απολογισμούς, καθώς έχει ανέλθει ο αριθμός των επιχειρήσεων που με τρόπο συστηματικό και εύστοχο επιλέγουν να δημοσιεύσουν στοιχεία που αναφέρονται στα βασικότερα θέματα ΕΚΕ που αφορούν τη λειτουργία τους.
Όλα τα παραπάνω στοιχεία δίνουν ένα ενθαρρυντικό μήνυμα ότι η δημοσίευση πληροφοριών ΕΚΕ στην Ελλάδα έχει αποκτήσει κάποια δυναμική και η εγχώρια επιχειρηματική κοινότητα εμφανίζει σημάδια ανταπόκρισης σε τρέχουσες διεθνείς τάσεις και βέλτιστες πρακτικές. Ωστόσο, τα σημαντικά περιθώρια βελτίωσης και διάχυσης συναφών πρακτικών θα πρέπει να επισημανθούν.
Προτού κάθε εταιρεία προχωρήσει στη σύνταξη και δημοσίευση μιας τέτοιας έκθεσης (που εξ ορισμού συνεπάγεται τη δέσμευση πόρων για την υλοποίησή της), είναι απαραίτητη η κατάρτιση μιας τυπικής ανάλυσης κόστους-οφέλους. Και ενώ το κόστος είναι εύκολο να ποσοτικοποιηθεί, τα προσδοκώμενα οφέλη, αν και πολυδιάστατα, πρέπει να εντοπιστούν και αξιολογηθούν από τη διοίκηση της επιχείρησης. Τι αναμένουμε να πετύχουμε με τη δημοσίευση αυτής της έκθεσης; Σε τι αποσκοπεί η υλοποίησή της; Τι θα προσφέρει στην εταιρεία; Μια τέτοια προεργασία μπορεί να καταστήσει τη συγκεκριμένη πρακτική λογοδοσίας ουσιαστικό εργαλείο προς την κατεύθυνση της διαβούλευσης με τα ενδιαφερόμενα μέρη και της διαφοροποίησης από άλλες εταιρείες του κλάδου.
Ομοίως, είναι σημαντική και η αξιολόγηση του αντίκτυπου (impact) που είχε η έκθεση ΕΚΕ για την επιχείρηση και τις σχέσεις της με τους κοινωνικούς της εταίρους. Υπάρχουν απτά οφέλη από την έκθεση; Κατά πόσο συμβάλλει στη διαβούλευση με τα ενδιαφερόμενα μέρη; Πόσοι ανταποκρίθηκαν στις πληροφορίες που περιείχε και επικοινώνησαν με την εταιρεία ως ανάδραση (feedback) ή με σκοπό διευκρινήσεις ή/και περισσότερες πληροφορίες; Ποια είναι η γνώμη των ενδιαφερόμενων μερών για την έκθεση; Πώς την αξιολογούν; Ποια είναι τα σημεία που κατά τη γνώμη τους θα ήθελαν περισσότερη έμφαση; Απαντήσεις σε τέτοια ερωτήματα μπορούν δραστικά να οδηγήσουν σε διαχρονικές βελτιώσεις.
Μια τέτοια έκθεση αποτελεί ευκαιρία να εκφραστεί η διοικητική και οργανωσιακή κουλτούρα της μεμονωμένης επιχείρησης. Θα πρέπει να αποφεύγονται μιμητικές τάσεις τόσο στη δομή όσο και στη γλώσσα που χρησιμοποιείται στον απολογισμό. Επιπλέον, είναι αναγκαίο να δίδεται έμφαση στα επιμέρους ζητήματα ΕΚΕ ανάλογη της ουσιαστικότητας που έχει το κάθε ένα από αυτά για την επιχείρηση. Είναι αδόκιμο να υπάρχει συγκριτικά υπέρμετρη αναφορά σε μια διάσταση της ΕΚΕ, υποτιμώντας την κρισιμότητα άλλων (ίσως ακόμα και πιο σημαντικών) θεμάτων.
Ως εκ τούτου, η ενσωμάτωση βασικών αρχών λογοδοσίας είναι επιτακτική για έναν επιτυχημένο απολογισμό ΕΚΕ, ενώ θα πρέπει να είναι αποσυνδεδεμένη από τον αριθμό δεικτών επίδοσης και από την έκταση της έκθεσης. Μια ολιγοσέλιδη έκθεση που καλύπτει με σαφήνεια ένα μικρό αριθμό δεικτών από τις επιμέρους σημαντικές διαστάσεις ΕΚΕ είναι προτιμότερη προσέγγιση από μια πολυσέλιδη έκθεση που αναφέρει μεγάλο αριθμό δεικτών οι οποίοι όμως καλύπτονται μερικώς και υπονομεύουν την ποιότητα πληροφόρησης.
Τέλος, η επαλήθευση του συνόλου της έκθεσης αποτελεί την πλέον κρίσιμη παράμετρο που θα πρέπει να εστιάσουν οι επιχειρήσεις, καθώς πρακτικές μερικής διασφάλισης πληροφοριών, μεμονωμένων δεικτών ή/και ενοτήτων του απολογισμού γεννούν σκεπτικισμό και αμφιβολία για στοιχεία που δεν επαληθεύτηκαν.
Πρώτη δημοσίευση στην ετήσια ειδική έκδοση CSR Reports 2014.
Πηγή: CSRnews.gr.